Σύνοψη Βόιτσεκ

Απ' ευθείας μετάδοση στις 11 Ιανουαρίου 2020

ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ

Ο στρατιώτης Βόυτσεκ ξυρίζει τον λοχαγό του. Ο αξιωματικός τον διατάσσει να μην βιάζεται και του ψέγει ότι είναι καλός άνθρωπος, μα του λείπει ηθικό ανάστημα, επειδή το παιδί του είναι εκτός γάμου. Ο Βόυτσεκ του απαντά ότι ο καθωσπρεπισμός είναι μια πολυτέλεια που δεν απευθύνεται στους φτωχούς.

Ο Βόυτσεκ κι ο συνάδελφός του Αντρές, κόβουν ξύλα στα χωράφια. Ο Βόυτσεκ βλέπει οράματα: ακούει θορύβους και φαντάζεται ότι ο ήλιος που δύει, είναι μια πυρκαγιά που κατακαίει τη γη. Ξαφνικά επικρατεί σιωπή.

Η Μαρί, η μητέρα του παιδιού του Βόυτσεκ κι η γειτόνισσά της η Μάργκρετ, παρακολουθούν μια στρατιωτική μπάντα που περνάει έξω απ΄το παράθυρό τους. Η Μαρί γοητεύεται απ' τον όμορφο Τυμπανιστή Ταγματάρχη και η Μάργκρετ την περιπαίζει. Μόνη με τον μικρό γιο της, η Μαρί του τραγουδάει ένα νανούρισμα. Φθάνει ο Βόυτσεκ και της περιγράφει τα οράματά του, που θεωρεί κακούς οιωνούς για το μέλλον. Η Μαρί προσπαθεί να τον καθησυχάσει, μα ο Βόυτσεκ φεύγει τρέχοντας για το στρατόπεδο, χωρίς καν να ρίξει μια ματιά στον γιο του. Γεμάτη φόβους η Μαρί, βγαίνει από το δωμάτιο και αφήνει μόνο το παιδί.

Ο Βόυτσεκ επισκέπτεται τον Γιατρό, που τον πληρώνει για να συμμετέχει στην ψευτο-επιστημονική του έρευνα. Γεμάτος αυταπάτες, ότι δήθεν βρίσκεται μπροστά σε μια μεγάλη επιστημονική ανακάλυψη, ο Γιατρός επιμένει να ρωτάει τον Βόυτσεκ για το διαιτολόγιό του. Ο Βόυτσεκ αναφέρει τις οπτασίες του και ο Γιατρός τις απορρίπτει σαν αποκυήματα φαντασίας.

Στον δρόμο, μπροστά στην πόρτα της ο Τυμπανιστής Ταγματάρχης κάνει επίθεση στη Μαρί.

Στην αρχή του αντιστέκεται, μετά όμως ενδίδει.

ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

Η Μαρί θαυμάζει τα σκουλαρίκια που της χάρισε ο Τυμπανιστής Ταγματάρχης. Όταν μπαίνει ο Βόυτσεκ, προσπαθεί να τα κρύψει, μετά λέει πως δήθεν τα βρήκε στον δρόμο. Ο Βόυτσεκ δεν πείθεται. Της δίνει τα χρήματα που εισέπραξε και φεύγει. Η Μαρί μένει να βασανίζεται από τύψεις.

Ο Λοχαγός συναντά τον Γιατρό στον δρόμο και πιάνουν μια κουβέντα για αρρώστιες και θάνατο. Όταν διασταυρώνονται με τον Βόυτσεκ, τον λούζουν με υπονοούμενα για την πίστη της Μαρί. Ο Βόυτσεκ, σοκαρισμένος, τους ζητάει να πάψουν να περιγελούν το μόνο πράγμα στον κόσμο που του ανήκει. Μετά φεύγει βιαστικά.

Ο Βόυτσεκ συναντά τη Μαρί και προσπαθεί να την κάνει να ομολογήσει. Πάνω που κάνει να την χτυπήσει, εκείνη τον προκαλεί καλύτερα να της χώσει ένα μαχαίρι στην κοιλιά, παρά να σηκώσει χέρι πάνω της.

Δυο μεθυσμένοι νεοσύλλεκτοι διασκεδάζουν το πλήθος στην ταβέρνα. Μπαίνει ο Βόυτσεκ και βρίσκει τη Μαρί και τον Τυμπανιστή Ταγματάρχη στην πίστα. Ο τρελός της γειτονιάς πλησιάζει τον Βόυτσεκ και του λέει ότι οσμίζεται αίμα. Ο Βόυτσεκ βλέπει σε όραμα, ζευγάρια να χορεύουν βαλς και να λούζονται από αίμα.

Το ίδιο απόγευμα στο στρατώνα, ο Βόυτσεκ ξυπνάει με τον εφιάλτη των συμβάντων στην ταβέρνα. Ο Τυμπανιστής Ταγματάρχης μπαίνει μεθυσμένος κι αρχίζει να καυχιέται για την κατάκτησή του. Οι δυο τους συμπλέκονται κι ο Βόυτσεκ πέφτει δαρμένος στο πάτωμα.

ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ

Μόνη με το παιδί της, η Μαρί διαβάζει τη Βίβλο, πρώτα για την μοιχαλίδα που βρήκε συγχώρεση και μετά για τη Μαρία Μαγδαληνή. Προσεύχεται και ζητάει συγχώρεση.

Η Μαρία και ο Βόυτσεκ βαδίζουν κοντά σε μια λιμνούλα. Η Μαρί βιάζεται να γυρίσει στην πόλη, μα ο Βόυτσεκ την βάζει να καθίσει δίπλα του. Την φιλά και κάνει ειρωνικά σχόλια για την ηθική της. Όταν αυτή προσπαθεί να το σκάσει, βγάζει ένα μαχαίρι και την σκοτώνει.

Ο Βόυτσεκ πίνει σ' ένα καπηλειό, φωνάζει δυνατά και χορεύει με τη Μάργκρετ. Κάποια στιγμή, βλέπει τους λεκέδες από αίμα στα χέρια του. Ο Βόυτσεκ δεν μπορεί να δώσει καμιά πειστική εξήγηση και το βάζει στα πόδια.

Στη λιμνούλα, ο Βόυτσεκ βρίσκει το μαχαίρι και το πετάει στο νερό. Έξαφνα τρομοκρατείται ό τι το φεγγάρι θα μαρτυρήσει το έγκλημά του. Προσπαθεί να πάει βαθύτερα να κρύψει το μαχαίρι σε σίγουρο σημείο και να ξεπλύνει το αίμα απ' τα χέρια του. Ο Λοχαγός και ο Γιατρός τον ακούνε να πνίγεται.

Τα παιδάκια της γειτονιάς που παίζουν στο δρόμο, μαρτυρούν το θάνατο της Μαρί στο αγοράκι της. Αυτό δεν καταλαβαίνει και συνεχίζει να τραγουδά και να παίζει ανέμελο.