Σύνοψη: Τόσκα

Παγκόσμια πρεμιέρα: Teatro Costanzi, Ρώμη, 1900
Πρεμιέρα στις ΗΠΑ και τη ΜΕΤ: 4 Φεβρουαρίου 1901.

Πρώτη πράξη
Ρώμη, Ιούνιος 1800.
Ο Τσέζαρε Αντζελότι, δραπέτης πολιτικός κρατούμενος, βρίσκει καταφύγιο στην εκκλησία Σαν Αντρέα ντέλε Βάλε. Αφού βρίσκει το κλειδί που έκρυψε η αδελφή του, κρύβεται στο οικογενειακό τους παρεκκλήσι. Σε λίγο, καταφθάνει ο ζωγράφος Μάριο Καβαραντόσσι, που δουλεύει στο πορτρέτο της Μαρίας Μαγδαληνής. Ο πίνακας είναι εμπνευσμένος από την αδελφή του Αντζελότι, την μαρκησία Αταβάντι, την οποία ο Καβαραντόσσι είδε να προσεύχεται στην εκκλησία. Ο Αντζελότι, υπουργός της προηγούμενης κυβέρνησης των Βοναπαρτιστών, βγαίνει απ’ την κρυψώνα του. Ο Καβαραντόσσι τον αναγνωρίζει και υπόσχεται να τον βοηθήσει, τον κρύβει πάλι βιαστικά καθώς η τραγουδίστρια Φλόρια Τόσκα, η αγαπημένη του, τον φωνάζει απ’ έξω. Όταν της ανοίγει, η Τόσκα ζηλότυπα τον ρωτάει με ποιον συνομιλούσε και του υπενθυμίζει το απογευματινό τους ραντεβού. Όταν αναγνωρίζει την μαρκησία Αταβάντι στον πίνακα, τον κατηγορεί για απιστία κι αυτός την διαβεβαιώνει για τα αισθήματά του. Όταν φεύγει η Τόσκα, ο Αντζελότι βγαίνει απ’ την κρυψώνα του. Μια κανονιά προδίδει ότι η αστυνομία ανακάλυψε την απόδραση κι ο Καβαραντόσσι καταφεύγει στο σπίτι του ζωγράφου. Ο νεωκόρος μπαίνει με την παιδική χορωδία που κάνουν πρόβες για να γιορτάσουν την ήττα του Ναπολέοντα στη μάχη του Μαρένγκο. Πάνω στην έξαψή τους, φθάνει ο βαρόνος Σκάρπια, ο διευθυντής της μυστικής αστυνομίας, που αναζητά τον Αντζελότι. Όταν επιστρέφει η Τόσκα που ψάχνει τον Καβαραντόσσι, ο Σκάρπια της δείχνει μια βεντάλια με το οικόσημο των Αταβάντι που μόλις έχει βρει. Όπως δείχνουν τα πράγματα, οι υποψίες της επιβεβαιώνονται και η Τόσκα νιώθει καταρρακωμένη. Ορκίζεται να εκδικηθεί και φεύγει από την εκκλησία, καθώς οι πιστοί αρχίζουν να καταφθάνουν. Ο Σκάρπια στέλνει τους άντρες του να παρακολουθήσουν την Τόσκα, γιατί πιστεύει ότι ο Αντζελότι κρύβεται με τον Καβαραντόσσι. Καθώς το εκκλησίασμα ψέλνει το Te Deum, ο Σκάρπια ορκίζεται να κάμψει τη θέληση της Τόσκα.

Δεύτερη πράξη
Το ίδιο απόγευμα, στα δώματά του στο Παλάτσο Φαρνέζε, ο Σκάρπια αναμένει την απόλαυση να εξουσιάσει την Τόσκα. Ο πράκτορας Σπολέτα, του αναφέρει ό,τι απέτυχε να βρει τον Αντζελότι. Αντ’ αυτού, προσάγει τον Καβαραντόσσι. Ο Σκάρπια ανακρίνει τον προκλητικό ζωγράφο ενώ η Τόσκα τραγουδάει σε μια βασιλική γιορτή στους κήπους του παλατιού. Ο Σκάρπια στέλνει να την καλέσουν και η Τόσκα φθάνει την στιγμή που ο Καβαραντόσσι μεταφέρεται στο θάλαμο βασανιστηρίων. Φοβισμένη απ’ τις ερωτήσεις του Σκάρπια και τις κραυγές του Καβαραντόσσι, η Τόσκα αποκαλύπτει την κρυψώνα του Αντζελότι. Οι μπράβοι φέρνουν τον Καβαραντόσι, βαριά τραυματισμένο και σχεδόν λιπόθυμο. Όταν τον βλέπει σ’ αυτή την κατάσταση, αντιμετωπίζει τον θυμό της Τόσκα. Την ίδια στιγμή, ο αξιωματικός Σκιαρόνε μπαίνει βιαστικά και αναφέρει ότι ο Ναπολέων κέρδισε τη μάχη, μια ήττα για την πλευρά του Σκάρπια. Ο Καβαραντόσσι κραυγάζει κατά της τυραννίας και ο Σκάρπια διατάζει την εκτέλεσή του. Όταν μένει μόνος με την Τόσκα, ο Σκάρπια ήρεμα της δηλώνει ότι θα ελευθερώσει τον Καβαραντόσσι, αν εκείνη του δοθεί. Η Τόσκα τον απωθεί, του δηλώνει ότι έχει αφιερώσει τη ζωή της στην τέχνη και τον έρωτα και ζητάει τη βοήθεια του Θεού. Ο Σκάρπια γίνεται πιο επίμονος, όταν ο Σπολέτα μπαίνει και ανακοινώνει την αυτοκτονία του Αντζελότι λίγο πριν συλληφθεί. Η Τόσκα στο δίλημμα να σώσει ή να χάσει τον αγαπημένο της, συμφωνεί με την πρόταση του Σκάρπια. Αυτός διατάζει τον Σπολέτα να διοργανώσει μια εικονική εκτέλεση του Καβαραντόσσι και να τον ελευθερώσει αμέσως μετά. Η Τόσκα απαιτεί από τον Σκάρπια μια άδεια διέλευσης. Αφού την συντάσσει, πλησιάζει την Τόσκα, μα αυτή αρπάζει ένα μαχαίρι απ’ το τραπέζι και τον μαχαιρώνει. Παίρνει την άδεια και εξαφανίζεται.

Πράξη Τρίτη
Το ξημέρωμα, ο Καβαραντόσσι περιμένει την εκτέλεσή του στις παρυφές του Καστέλο Σαντ Άντζελο. Δωροδοκεί τον φύλακα να παραδώσει ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα στην Τόσκα και παραδίδεται στην απελπισία, πνιγμένος στα συναισθήματα. Η Τόσκα εμφανίζεται και του εξηγεί την κατάσταση. Οι δυό τους ονειρεύονται ένα μέλλον ελεύθεροι. Όταν φθάνει το εκτελεστικό απόσπασμα, η Τόσκα ικετεύει τον Καβαραντόσσι να να προσποιηθεί τον πεθαμένο και παρακολουθεί από απόσταση. Οι στρατιώτες πυροβολούν και φεύγουν. Όταν ο Καβαραντόσσι μένει ακίνητος, η Τόσκα αντιλαμβάνεται ότι η εκτέλεση ήταν πραγματική και ότι ο Σκάρπια την είχε εξαπατήσει. Οι άντρες του Σκάρπια σπεύδουν να την συλλάβουν, μα αυτή κραυγάζει ότι θα συναντήσει τον Σκάρπια ενώπιον του Θεού και πηδάει από τις επάλξεις.